Με το άρθρο 36 του Ν 3943/2011 έχει εισαχθεί ο νέος θεσμός της διοικητικής επίλυσης των φορολογικών διαφορών από Ειδική Επιτροπή. Η νέα αυτή ρύθμιση τροποποιεί ολόκληρο το πλέγμα των διατάξεων που αφορούν τη διοικητική επίλυση επιφέροντας ουσιαστικές αλλαγές σε όλες εν γένει τις φορολογίες.
Ι. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Το ελληνικό φορολογικό σύστημα παράλληλα με τη δικαστική επίλυση των φορολογικών διαφορών αναγνωρίζει και το θεσμό της διοικητικής επίλυσης αυτών με κυριότερες μορφές τη διοικητική επίλυση ενώπιον του αρμόδιου προϊσταμένου ΔΟΥ και τον δικαστικό συμβιβασμό. Στη φορολογία εισοδήματος οι μορφές αυτές επίλυσης ρυθμίζονται από τα άρθρα 70 και 71 του ΚΦΕ αντιστοίχως. Ήδη με το άρθρο 36 του Ν 3943/2011 προστέθηκε στον ΚΦΕ το άρθρο 70Α, το οποίο φέρει τον τίτλο «Διοικητική επίλυση φορολογικών διαφορών στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων» και αφορά τη διοικητική επίλυση από την αρμόδια για το έργο αυτό Επιτροπή. Αν και η εν λόγω ρύθμιση εντάσσεται συστημικά στην ομάδα των άρθρων που ρυθμίζουν τη διοικητική επίλυση των διαφορών, εντούτοις διακρίνεται από την καθολική εφαρμογή της σε όλα τα φορολογικά αντικείμενα.
ΙΙ. Περί της σύστασης και των μελών της επιτροπής
Η επιτροπή του άρθρου 70Α είναι πενταμελής, αποτελείται δηλαδή από έναν πρόεδρο και τέσσερα μέλη. Συγκεκριμένα, συντίθεται από:
• Δύο πρώην ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς ή πρώην λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους 1, εκ των οποίων ο ένας ορίζεται πρόεδρος της επιτροπής. Ο Πρόεδρος επιφορτίζεται, επιπλέον, και με το έργο της αλληλογραφίας, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, με κάθε δημόσια αρχή, υπηρεσία ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που υποχρεούνται στην παροχή των αιτούμενων πληροφοριών 2.
• Έναν υπάλληλο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, προϊστάμενο οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης.
• Έναν υπάλληλο του ΣΔΟΕ, προϊστάμενο οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθνσης ή Υποδιεύθυνσης 3.
• Έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ). Σε περίπτωση που ο αιτών ανήκει σε ομοσπονδία επαγγελματιών, βιοτεχνών ή εμπόρων, ο εκπρόσωπος του ΣΕΒ αντικαθίσταται από εκπρόσωπο της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) 4.
Η εν λόγω επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με την οποία ορίζονται ταυτόχρονα και οι αναπληρωτές του Προέδρου και των μελών της 5.
Ως εισηγητές ενώπιον της επιτροπής διορίζονται με πράξη του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων οι προϊστάμενοι οργανικής μονάδας επιπέδου τμήματος της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών. Επιπρόσθετα, για τις υποθέσεις της ΔΟΥ Μεγάλων Επιχειρήσεων, Ελεγκτικών Κέντρων και των Ειδικών Συνεργείων Ελέγχου του άρθρου 39 του Ν 1914/1990 ως εισηγητές μπορούν να ορίζονται και επόπτες ελέγχου ή προϊστάμενοι οργανικής μονάδας επιπέδου τμήματος ή προϊστάμενοι Ειδικών Συνεργείων Ελέγχου του άρθρου 39 του Ν 1914/1990 . Για τις λοιπές υποθέσεις μπορούν να διορίζονται και επόπτες ελέγχου ή προϊστάμενοι οργανικής μονάδας επιπέδου τμήματος των ΔΟΥ του Νομού Αττικής 6.
Τέλος, γραμματειακή υποστήριξη στην Επιτροπή παρέχει η Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
ΙΙΙ. Αρμοδιότητες Επιτροπής
Οι αρμοδιότητες της Επιτροπής είναι ευρύτατες, καθώς στη δικαιοδοσία της εμπίπτουν διαφορές οποιουδήποτε φορολογικού αντικειμένου. Ενώπιόν της μπορεί να στραφεί οποιοσδήποτε φορολογούμενος εις βάρος του οποίου εκδόθηκε πράξη καταλογισμού φόρου ή πράξη επιβολής προστίμου της οποίας την ορθότητα αμφισβητεί 7.
Συνεπώς, η αρμοδιότητα της επιτροπής είναι καθολική για όλες τις φορολογίες, χωρίς να περιορίζεται στη φορολογία εισοδήματος απλά και μόνο λόγω της εισαγωγής του άρθρου στον ΚΦΕ 8.
Για να υπαχθεί μια διαφορά στην Επιτροπή θα πρέπει το αντικείμενό της να υπερβαίνει το ποσό των 50.000 ευρώ. Ήδη, με την πρόσφατη τροποποίηση του άρθρου από το Ν 4038/2012 , για τον καθορισμό της αρμοδιότητας ενδιαφέρει μόνο ο επιβαλλόμενος κύριος φόρος, τέλος, εισφορά ή πρόστιμο 9. Κατά τον τρόπο αυτό λύθηκαν και τυχόν ερμηνευτικά ζητήματα που ανέκυπταν από την προηγούμενη διατύπωση του άρθρου κατά την οποία γινόταν αναφορά σε φορολογική διαφορά χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ κύριου και πρόσθετου φόρου.
Με το άρθρο 42 παρ. 4 του Ν 4024/2011 προστέθηκε επιπλέον αρμοδιότητα λόγω ποσού, η οποία είναι και αποκλειστική. Ειδικότερα, η επιτροπή είναι αποκλειστικά αρμόδια για τη διοικητική επίλυση κάθε διαφοράς η οποία υπερβαίνει το ποσό των 300.000 ευρώ. Συνεπώς από το συνδυασμό των ανωτέρω προκύπτουν τα ακόλουθα:
• Για διαφορές έως 50.000 ευρώ αρμόδια όργανα για τη διοικητική επίλυση είναι ο εκάστοτε αρμόδιος Προϊστάμενος ή η επιτροπή του άρθρου 70 παρ. 5 ΚΦΕ.
• Για διαφορές από 50.001 έως 300.000 ευρώ αρμόδια όργανα είναι τα προαναφερόμενα διοικητικά όργανα και η Επιτροπή του αρ. 70Α.
• Για διαφορές άνω των 300.000 ευρώ αποκλειστικά αρμόδιο όργανο είναι η Επιτροπή του άρθρου 70Α.
|
Κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου από τη σύσταση της επιτροπής δεν θίγονται τα ήδη υφιστάμενα όργανα ούτε και οι ισχύουσες διαδικασίες για την επίλυση των φορολογικών διαφορών εκτός, βέβαια, των περιπτώσεων για τις οποίες η Επιτροπή είναι αποκλειστικά αρμόδια. Πρέπει να σημειωθεί, όμως, πως υποβολή αίτησης στην Επιτροπή αποκλείει την υποβολή παράλληλης αίτησης για την ίδια διαφορά σε άλλο διοικητικό όργανο 10.
Σύμφωνα με το άρθρο 70Α παρ. 4 11 η Επιτροπή επιλαμβάνεται της διοικητικής επίλυσης του συνόλου των φορολογικών διαφορών που προκύπτουν από διάφορες καταλογιστικές πράξεις οι οποίες, όμως, αφορούν τον ίδιο έλεγχο. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι μία τουλάχιστον από τις διαφορές να εντάσσεται στις αρμοδιότητες, συντρέχουσες και αποκλειστικές, της Επιτροπής ώστε να συμπαρασύρει και τις λοιπές. Συνεπώς, κατά την περίπτωση φορολογικού ελέγχου με τον οποίο καταλογίζονται φόροι, τέλη, εισφορές ή πρόστιμα για πλείονες φορολογίες, εάν έστω και μία διαφορά από αυτές είναι άνω των 300.000 ευρώ, και συνεπώς εντάσσεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της επιτροπής, όλες οι διαφορές στο σύνολό τους θα εισαχθούν στην Επιτροπή. Επιπρόσθετα, συνάγεται πως για πλείονες διαφορές μεταξύ 50.000 και 300.000 ευρώ, εάν ο φορολογούμενος επιλέξει τη διευθέτηση μίας διαφοράς από την Επιτροπή, θα συμπαρασύρει και τις υπόλοιπες.
IV. Διαδικασία υποβολής αίτησης
Ο υπόχρεος σε βάρος του οποίου εκδόθηκε πράξη καταλογισμού ή πράξη επιβολής οποιασδήποτε κύρωσης για παράβαση της εν γένει φορολογικής νομοθεσίας μπορεί να αιτηθεί τη διοικητική επίλυση της διαφοράς από την επιτροπή εφόσον, βέβαια, εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων της, όπως καθορίσθηκε ανωτέρω 12.
Η αίτηση για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς κατατίθεται στην αρμόδια φορολογική αρχή η οποία εξέδωσε την οικεία πράξη 13. Με την Πολ. 1238/22 .11.11 διευκρινίστηκε περαιτέρω πως το αίτημα κατατίθεται ενώπιον της φορολογικής αρχής είτε με το δικόγραφο της προσφυγής είτε με ιδιαίτερη αίτηση και εντός της νόμιμης προθεσμίας άσκησης της προσφυγής. Πρέπει να σημειωθεί, όμως, πως επί φορολογικών διαφορών, το δικόγραφο της προσφυγής μπορεί να κατατεθεί, πλέον, μόνο στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται 14 και ο φορολογούμενος αναλαμβάνει, επί ποινή απαραδέκτου, την υποχρέωση επίδοσης του δικογράφου στην αρμόδια φορολογική Αρχή εντός είκοσι (20) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας. Επομένως, στην περίπτωση που ο φορολογούμενος επιλέξει να συμπεριλάβει το αίτημα διοικητικής επίλυσης στο δικόγραφο της προσφυγής, η φορολογική αρχή θα λάβει γνώση του αιτήματος μόνο κατόπιν της κοινοποιήσεως του ένδικου μέσου, καθώς από τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας δεν επιτρέπεται η κατάθεση προσφυγής στην αρμόδια φορολογική αρχή παρά μόνο στο αρμόδιο Δικαστήριο. Συνεπώς, η διαδικασία κατάθεσης της αίτησης όπως αυτή προβλέπεται στην ερμηνευτική Πολ. 1238/22 .11.2011 δεν συνάδει με την ρύθμιση του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Περαιτέρω σύγχυση δημιουργείται με την Πολ. 1007/28 .12.2011, στην οποία αναφέρεται πως η αίτηση προς την Επιτροπή υποβάλλεται στην αρμόδια φορολογική αρχή που εξέδωσε την οικεία καταλογιστική πράξη φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου, αφήνοντας να εννοηθεί πως το αίτημα υποβάλλεται με ιδιαίτερη αίτηση.
Αναφορικά με την προθεσμία άσκησης προσφυγής προβλέπει το άρθρο 66 του Κώδικα Διοικητική Δικονομίας. Ειδικότερα, η προσφυγή ασκείται εντός 60 ημερών από την επίδοση της διοικητικής πράξης (πράξης επιβολής ή προσδιορισμού) στον φορολογούμενο ή από την ημερομηνία που αυτός έλαβε αποδεδειγμένα πλήρη γνώση του περιεχομένου της πράξης 15. Εάν ο φορολογούμενος διαμένει στην αλλοδαπή, η προθεσμία ορίζεται σε 90 μέρες. Σχετικά με τις φορολογικές αλλά και τελωνειακές διαφορές, η ανωτέρω προθεσμία αναστέλλεται μόνο κατά το διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου και όχι καθ΄ όλη τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, δηλαδή από 1 Ιουλίου έως 15 Σεπτεμβρίου 16.
Τέλος, κατά την περίπτωση που το αίτημα διοικητικής επίλυσης υποβληθεί με ιδιαίτερη αίτηση, η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αναστέλλεται με την υποβολή της αίτησης χωρίς να συνυπολογίζεται η ημέρα υποβολής. Η προθεσμία συνεχίζει να τρέχει από την επόμενη εργάσιμη για τις ΔΟΥ ημέρα από την ημέρα υπογραφής της πράξης ματαίωσης ή μερικής επιλύσης της διαφοράς 17.
Επί παραδείγματι, κοινοποιείται σε φορολογούμενο πράξη επιβολής προστίμου την 1.3.2012. Η προθεσμία προσφυγής λήγει την 30.4.2012. Εντός της ίδιας προθεσμίας ο φορολογούμενος δύναται να αιτηθεί τη διοικητική επίλυση της διαφοράς ενώπιον της Επιτροπής. Ο φορολογούμενος αιτείται της διοικητικής επίλυσης με ιδιαίτερη αίτηση την 2.4.2012, είκοσι οκτώ (28) ημέρες πριν εκπνεύσει η προθεσμία. Σε περίπτωση ματαίωσης της διαδικασίας, ο φορολογούμενος θα έχει στη διάθεσή του 28 μέρες ώστε να ασκήσει προσφυγή κατά της πράξης επιβολής προστίμου από την ημέρα υπογραφής της πράξης ματαίωσης.
Στην περίπτωση που κατατέθηκε ξεχωριστή αίτηση ενώπιον της Επιτροπής, εντός της προθεσμίας άσκησης προσφυγής, η φορολογική αρχή υποχρεούται να διαβιβάσει εντός δέκα (10) ημερών την αίτηση και τον σχετικό φάκελο στην Επιτροπή με σχετικό έγγραφο, στο οποίο αναγράφεται το λεπτομερές ιστορικό της υπόθεσης και οι αιτιολογημένες απόψεις της φορολογικής αρχής επί των εγειρόμενων στην αίτηση ζητημάτων.
Στην περίπτωση κατά την οποία έχει ήδη υποβληθεί αίτηση για την επίλυση σε άλλο υφιστάμενο, όργανο ο φορολογούμενος πρέπει πρώτα να παραιτηθεί από την πρώτη αίτηση πριν από τη συζήτησή της 18 ώστε η διοίκηση να διαβιβάσει το φάκελο και την αίτηση στην Επιτροπή.
Δεδομένου πως τα υφιστάμενα όργανα και οι ισχύουσες διαδικασίες διοικητικής επίλυσης δεν θίγονται από τη σύσταση της επιτροπής, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η υποβολή αίτησης ενώπιον της Επιτροπής αποκλείει την υποβολή άλλης αίτησης για την ίδια διαφορά ενώπιον άλλου διοικητικού οργάνου.
Τυχόν αιτήματα διοικητικής επίλυσης της διαφοράς που εκκρεμούν κατά την 27.10.2011 σε υφιστάμενα όργανα, διαβιβάζονται στην Επιτροπή μετά από αίτηση του φορολογούμενου, υπό την προϋπόθεση η Επιτροπή να είναι αποκλειστικά αρμόδια για την επίλυση της διαφοράς 19.
Τέλος, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών κατά εξουσιοδότηση του νόμου, ως ημερομηνία έναρξης υποβολής στην Επιτροπή των αιτήσεων διοικητικής επίλυσης ορίσθηκε η 1.12.2011 20.
V. Διαδικασία συζήτησης
Με την παραλαβή της αίτησης στην Επιτροπή ο Πρόεδρος αυτής, με ιδιαίτερη πράξη, καθορίζει την ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης. Η ημερομηνία και ώρα της συζήτησης γνωστοποιείται στον αιτούντα απο τον γραμματέα της Επιτροπής είκοσι (20) ημέρες πριν τη συζήτηση. Ο φορολογούμενος έχει δικαίωμα να αναπτύξει τις αιτιάσεις του υποβάλλοντας υπόμνημα ενώπιον της Επιτροπής δέκα (10) ημέρες πριν την ημερομηνία συζήτησης, το οποίο και κατατίθεται στον γραμματέα της Επιτροπής.
Η Επιτροπή συνέρχεται μετά από πρόσκληση του Προέδρου και συνεδριάζει στο κατάστημα του Υπουργείου Οικονομικών. Η διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής γίνεται από το Τμήμα Ε΄- Διοικητικής υποστήριξης οργάνων και επιτροπών ελέγχου και είσπραξης της Διεύθυνσης Πολιτικής Εισπράξεων.
Κατά τις συνεδριάσεις της Επιτροπής ο Πρόεδρος μπορεί να καλεί οιονδήποτε ιδιώτη ή υπάλληλο προς παροχή πληροφοριών ή γνωμών σχετικά με υπόθεση η οποία συζητείται από την Επιτροπή 21.
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος ή ο πληρεξούσιός του απουσιάζει από τη συζήτηση ο νόμος διακρίνει τα ακόλουθα ενδεχόμενα: α) Εάν έχει κατατεθεί εμπροθέσμως το υπόμνημα, η διαδικασία είναι δυνατόν είτε να προχωρήσει κανονικά και η αίτηση να συζητηθεί είτε να αναβληθεί, κατά τη κρίση της Επιτροπής, για συγκεκριμένη ημερομηνία. Εάν συντρέχει αποχρών λόγος, η συζήτηση μπορεί να αναβληθεί αυτεπαγγέλτως από την Επιτροπή ή κατόπιν αιτήσεως του φορολογούμενου. Σε περίπτωση αναβολής η νέα ημερομηνία δεν πρέπει να υπερβαίνει τους τέσσερις (4) μήνες από την ημερομηνία της πρώτης συζήτησης 22. β) Εάν δεν έχει κατατεθεί υπόμνημα, ματαιώνεται η εξώδικη επίλυση της διαφοράς. Η ματαίωση βεβαιώνεται στο σώμα της αίτησης ή του δικογράφου. Σημειώνεται δε πως σε περίπτωση ματαίωσης της διαδικασίας συνεχίζει να ισχύει η προθεσμία άσκησης προσφυγής, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω.
VI. Η απόφαση
Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται με φανερή ψηφοφορία και διατυπώνονται στα πρακτικά, στα οποία καταχωρείται και η μειοψηφούσα γνώμη. Τα αποτελέσματα της επίλυσης αναγράφονται και στις αντίστοιχες πράξεις καταλογισμού ή επιβολής προστίμου και συνυπογράφονται από τα μέλη της Επιτροπής και τον αιτούντα. Τέλος, οι εν λόγω πράξεις μαζί με αντίγραφα των πρακτικών διαβιβάζονται από την Επιτροπή στην αρμόδια φορολογική αρχή. Στην περίπτωση κατά την οποία η αίτηση επίλυσης υποβλήθηκε με το δικόγραφο της προσφυγής, με τη διοικητική επίλυση της διαφοράς επέρχεται και η κατάργηση της τυχόν εκκρεμούς διοικητικής δίκης 23. Το πρακτικό της επίλυσης επέχει θέση ατομικής ειδοποίησης 24.
Επιπρόσθετα, και σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 2 του Ν 2523/97 , για να συντελεστεί η διοικητική επίλυση της διαφοράς πρέπει κατά την υπογραφή των οικείων πράξεων ή εντός των επόμενων 2 εργάσιμων, για τις ΔΟΥ, ημερών να καταβληθεί το 20% (δηλαδή το 1/5) του οφειλόμενου ποσού. Σε περίπτωση που δεν καταβληθεί το εν λόγω ποσό η διοικητική επίλυση θεωρείται ως μη γενόμενη. Κατ΄ εξαίρεση, οι επιχειρήσεις οι οποίες βρίσκονται υπό εκκαθάριση δύνανται να καταβάλουν το ως άνω οφειλόμενο ποσό μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις ΔΟΥ ημέρα του επόμενου μήνα από την υπογραφή του συμβιβασμού.
Τέλος, αναφορικά με τις συνέπειες της επίλυσης της διαφοράς από την Επιτροπή, θα πρέπει να γίνει δεκτό πως εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του άρθρου 70 ΚΦΕ 25.
1. Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4§5 περ. β΄ του Ν 4038/ 2012 . Κατά την προηγούμενη μορφή του άρθρου προβλεπόταν η συμμετοχή ενός πρώην δικαστικού λειτουργού ή πρώην λειτουργού του ΝΣΚ και δύο υπαλλήλων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου η αντικατάσταση του ενός υπαλλήλου της Κεντρικής Υπηρεσίας ενισχύει την ανεξαρτησία της επιτροπής.
3. Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 5 του Ν 4038/2012 . Κατά την προηγούμενη μορφή του άρθρου προβλεπόταν η συμμετοχή υπαλλήλου βαθμού Α΄.
5. Βλ. σχετικό έγγραφο Δ6Α1135950ΕΞ2011 Υπουργείο Οικονομικών.
6. Σύμφωνα με το άρθρο 70Α παρ. 8, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ. 5 περ. ζ΄ του Ν 4038/2012 .
7. ΄Αρθρο 70Α παρ. 4.
8. ΄Αρθρο 70Α παρ. 4.
9. ΄Αρθρο 70Α παρ. 2 και παρ. 4.
10. ΄Αρθρο 70Α παρ. 5.
12. Πρέπει να σημειωθεί πως η περιπτωσιολογία του άρθρου 70 παρ. 2 του ΚΦΕ αναφορικά με την σχολάζουσα κληρονομία, επιδικία, μεσεγγύηση κ.λπ. εφαρμόζεται και στη διαδικασία επίλυσης ενώπιον της Επιτροπής.
13. ΄Αρθρο 70Α παρ. 6.
14. ΄Αρθρο 126 του Ν 2717/99 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας) όπως τροποποίθηκε με το άρθρο 27 Ν 3900/2010 , το οποίο ισχύει από 1.1.2011. Κατά την προηγούμενη μορφή του άρθρου 126 ήταν δυνατή η κατάθεση της προσφυγής είτε στη γραμματεία του αρμόδιου Δικαστηρίου είτε στην αρμόδια φορολογική αρχή.
15. ΄Αρθρο 66 ΚΔΔ.
16. Βλ. αρ. 11 κανονιστικού διατάγματος 26.6/10.7.1944 «Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου».
17. Βλ. άρθρο 70 παρ. 9 ΚΦΕ το οποίο εφαρμόζεται και στη διαδικασία του άρθρου 70Α σύμφωνα με το άρθρο 70Α παρ. 7 ΚΦΕ.
18. Σύμφωνα με το άρθρο 70Α παρ. 6 ΚΦΕ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 5 περ. ζ΄ του Ν 4038/2012 .
22. Βλ. συγκριτικά άρθρο 70 ΚΦΕ και υπ΄ αριθμ. 1069811/ 19.10.1990 απόφαση Υπ. Οικονομικών.
23. Βλ. άρθρο 142 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 του Ν 3900/2010 . Από τον συνδυασμό των άρθρων 142 παρ. 2 και 143 παρ. 7 του ΚΔΔ προκύπτει πως εάν η διοικητική επίλυση έχει λάβει χώρα πριν τον ορισμό δικασίμου και το πρακτικό συμβιβασμού κατατεθεί στη γραμματεία του Δικαστηρίου, η δίκη καταργείται με πράξη του Προέδρου του Συμβουλίου ή του Δικαστή που διευθύνει το Δικαστήριο.
24. ΄Αρθρο 4 του ΝΔ 356/14974 (Κώδικας Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων).
25. ΄Αρθρο 70Α παρ. 7.
Πηγή: Περιοδικό ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο Διαχειριστής δεν υποχρεούται σε απαντήσεις επί των σχολίων. Οι απαντήσεις σε ερωτήματα δίδονται έναντι αμοιβής, όπως αναφέρεται σχετικά στο πάνω μέρος του ιστολογίου στο κουτάκι με το τίτλο ΡΩΤΗΣΤΕ ΜΑΣ.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.